Του ΑΠ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Οι
εκλογές είναι υποτίθεται η διέξοδος της Δημοκρατίας. Εμένα μου λες! Ο
Τσίπρας καλούσε τους Ευρωπαίους να σεβαστούν το αποτέλεσμα των εκλογών
που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και αυτοί χλεύαζαν. Ο Τσίπρας
προκήρυξε δημοψήφισμα και μετά το έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια. Η
λαϊκή θέληση γίνεται σεβαστή όταν τη στηρίζει ισχυρός, οργανωμένος,
πολιτικός οργανισμός.
Μόλις ο
ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση οι ηττημένοι και οι Βρυξέλλες/Βερολίνο (ΒΒ)
έθεσαν δυο στόχους: Να απαλλαγεί ο ΣΥΡΙΖΑ από τα αριστερά «βαρίδια» και
συνολικά η Αριστερά να αποτελέσει σύντομη παρένθεση, αποτυχημένη
εννοείται. Ο πρώτος στόχος επετεύχθη. Ο δεύτερος είναι σε εξέλιξη, έχει
σχεδόν ολοκληρωθεί με τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Η υποταγή μπορεί να
αποδειχθεί επιλογή αργού θανάτου, επονείδιστου. Να χαθεί και η τιμή και η
κυβέρνηση.
Το αίτημα
για ριζική ανατροπή όχι του αστικού καθεστώτος αλλά του φαύλου
καθεστώτος είναι και παραμένει στην ημερησία διάταξη όσες εκλογές και αν
γίνουν. Ορισμένοι θεωρούν ότι αυτό το καθεστώς δεν διορθώνεται και
μάλιστα εντός της ευρωζώνης ή και εντός της ΕΕ. Έχουν εν πολλοίς δίκιο
αλλά για την ώρα δεν πλειοψηφούν. Ο Τσίπρας κάνει στα γρήγορα εκλογές
επειδή φοβάται, βάσιμα, ότι το ρεύμα θα γίνει ίσως πολύ ισχυρό μόλις ο
κόσμος καταλάβει στην πράξη ότι το μνημόνιο δεν είναι «μια κακή πράξη»
αλλά ακολουθούν και πολλές άλλες, χειρότερες.
Ο κόσμος,
στη συντριπτική πλειοψηφία του, ψηφίζει πάντα με δυο κριτήρια: Το πρώτο
είναι η ασφάλειά του. Είναι η σιγουριά ή η εντύπωση ότι αν κερδίσει
αυτός και όχι εκείνος τα πράγματα κι αν δεν πάνε καλύτερα τουλάχιστον
δεν θα γίνουν χειρότερα. Δηλαδή η ψήφος έχει εκ φύσεως χαρακτήρα
συντηρητικό ακόμα και όταν υποστηρίζει ριζοσπαστικές λύσεις. Τις
υποστηρίζει επειδή «δεν μπορεί πια να ζει έτσι», επειδή θεωρεί
ασφαλέστερες τις ανατροπές, επειδή όλες οι άλλες επιλογές του φαίνονται
χειρότερες, τον οδηγούν σε μεγαλύτερη ανασφάλεια. Η αποτυχία πολλών
ριζοσπαστών ηγετών έχει τη ρίζα της στη δύναμη της συνήθειας, στον « εκ
φύσεως» συντηρητισμό του κόσμου. Το δεύτερο –και εξίσου σημαντικό-
κριτήριο είναι οι γενικές πολιτικές, θρησκευτικές κλπ πεποιθήσεις που
έχει ο καθένας και συλλογικά η κοινωνία, πχ η επιλογή μεταξύ
«Κομμουνισμού και Ελεύθερου Κόσμου» ή, σήμερα, μεταξύ «μνημονιακών και
αντιμνημονιακών», το πρώτο δίλημμα έχει πεθάνει, το δεύτερο είναι
ολοζώντανο.
Το θέμα
της «ασφάλειας» έναντι του μέλλοντος θα είναι το «χαρτί» της κυβέρνησης
στις εκλογές. Το έθεσε ήδη ο Τσίπρας καλώντας τον κόσμο να επιλέξει
ποιος θα κάνει τη διαπραγμάτευση. Ένα ερώτημα είναι γιατί ο κόσμος να
διαλέξει τους σημερινούς αποτυχημένους μνημονιακούς αντί να επιστρέψει
στους παλιούς, (αλλά εξίσου αποτυχημένους), μνημονιακούς. Το έθεσε ο
Μεϊμαράκης, όχι άδικα από την πλευρά του. Το άλλο ερώτημα είναι γιατί
πρέπει, ντε και καλά, να διαλέξουμε μεταξύ αποτυχημένων.